Ναρσής

Ναρσής
I
(3ος – 4ος αι.). Βασιλιάς της Περσίας (294-303). Είχε διαδεχθεί τον πατέρα του Βαραράμ Γ’. Κατέλαβε την Αρμενία και τη Μεσοποταμία. Το 302 νικήθηκε από τον Γαλέριο και αναγκάστηκε να συνάψει ειρήνη με τους Ρωμαίους, δίνοντάς τους μερικές από τις επαρχίες του.
II
(480 – 574). Στρατηγός της εποχής του Ιουστινιανού. Υπήρξε αξιόλογος και για τα διπλωματικά του προσόντα. Ο πόλεμος στον οποίο διακρίθηκε ήταν ο εικοσαετής πόλεμος εναντίον των Γότθων της Ιταλίας (535-555). Για πρώτη φορά πήγε στην Ιταλία κατά την πρώτη φάση του αγώνα, το 538, αλλά αποφασιστικό ρόλο έπαιξε κατά τη δεύτερη φάση του και συγκεκριμένα από το 550 έως το τέλος του πολέμου. Στον αγώνα αυτόν νίκησε τους ηρωικότατους Γότθους αρχηγούς, τον Τωτίλα πρώτα και τον Τεία ύστερα, που και οι δύο έπεσαν στο πεδίο της μάχης (552). Τελικά αντιμετώπισε με επιτυχία τους Φράγκους και Αλαμανούς που ήρθαν σε βοήθεια των Γότθων. Ο Ν. διορίστηκε πρώτος διοικητής της Ιταλίας με τον τίτλο του πατρικίου και με συγκεντρωμένη στα χέρια του την πολιτική και στρατιωτική εξουσία. Στα 15 χρόνια της διοίκησης του (553 -568) εργάστηκε για την ανασυγκρότηση της χώρας, που είχε δεινοπαθήσει από τον μακροχρόνιο πόλεμο. Πέθανε στην Ιταλία, λίγο πριν από την κάθοδο των Λογγοβάρδων (568).
III
Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας.
1. Καταγόταν από την Περσία και μαρτύρησε με ξίφος. Μαζί του μαρτύρησε και ο Αρτέμων. Η μνήμη του τιμάται στις 9 Νοεμβρίου.
2. Καταγόταν από την Περσία και μαρτύρησε με ξίφος. Η μνήμη του τιμάται στις 9 Δεκεμβρίου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Ναρσῆς — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ναρσῆν — Ναρσῆς masc gen pl (doric) Ναρσῆς masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ναρσοῦ — Ναρσῆς masc gen sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ναρσῆ — Ναρσῆς masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ναρσῇ — Ναρσῆς masc dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ναρσέου — Ναρσῆς masc gen sg (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Narses — For other people named Narses, see Narses (disambiguation). Narses Man traditionally identified as Narses, from the mosaic depicting Justinian and his entourage in the Basilica of San Vitale, Ravenna …   Wikipedia

  • Narses — (griechisch Ναρσής; * um 490; † 574 in Rom) war ein Eunuch und General des oströmischen Kaisers Justinian I. Narses, eine der schillerndsten Gestalten der ausgehenden Spätantike, stammte aus dem so genannten Persarmenien, also dem von den… …   Deutsch Wikipedia

  • Narsès — Pour l empereur sassanide de Perse, voir Narseh. Homme traditionnellement identifié comme Narsès, sur une mosaique de la basilique de Saint Vital à Ravenne représentant Justinien et son entourage …   Wikipédia en Français

  • NARSES Persarum Rex — post patrem Varanem III. A. C. 295. Imperatoribus, contra rebelles, occupatis, Mesopotamiam Armeniamque rapuit; Maximinianum etiam Galerium, a Diocletiano missum, vicit: qui tamen duobus aliis proeliis superior, Narsetem cum uxore, liberis,… …   Hofmann J. Lexicon universale

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”